Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

προ-λαγχάνω

См. также в других словарях:

  • προλαχόντα — πρό λαγχάνω obtain by lot aor part act neut nom/voc/acc pl πρό λαγχάνω obtain by lot aor part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προλαχών — πρό λαγχάνω obtain by lot aor part act masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προείληχ' — προείληχα , πρό λαγχάνω obtain by lot perf ind act 1st sg προείληχε , πρό λαγχάνω obtain by lot perf imperat act 2nd sg προείληχε , πρό λαγχάνω obtain by lot perf ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προλαγχάνω — Α 1. λαμβάνω, αποκτώ κάτι με κλήρο πρώτος 2. αποκτώ κάτι ως τυχερό. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + λαγχάνω «αποκτώ με κλήρο»] …   Dictionary of Greek

  • προείληχα — πρό λαγχάνω obtain by lot perf ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προκατείληχε — πρό , κατά λαγχάνω obtain by lot perf imperat act 2nd sg πρό , κατά λαγχάνω obtain by lot perf ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τυγχάνω — ΝΜΑ, και τυχαίνω Ν 1. αξιώνομαι να αποκτήσω κάτι, απολαμβάνω κάτι, πετυχαίνω κάτι (α. «έτυχε μεγάλου σεβασμού» β. «έτυχε μεγάλων τιμών» γ. «οἴκτου τυχεῑν», Αισχύλ. δ. «ἐπιμελείας τυχεῑν», ΚΔ) 2. συναντώ κάποιον τυχαία (α. «τόν έτυχα προχθές στον… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»