Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

προ-αφ-αυαίνω

См. также в других словарях:

  • προαφαυανθέντα — πρό , ἀπό αὐαίνω dry aor part pass neut nom/voc/acc pl (attic) προαφαυανθέντα , πρό , ἀπό αὐαίνω dry aor part pass masc acc sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προαφαυαίνω — Α αποξηραίνω κάτι εκ τών προτέρων. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + ἀπό + αὐαίνω / αὑαίνω «ξεραίνω»] …   Dictionary of Greek

  • ξηρός — και ξερός, ή, ό, θηλ. και ξηρά (ΑΜ ξηρός, ά, όν, Α θηλ. και ξηρή) 1. αυτός που δεν περιέχει υγρασία, ο χωρίς νερό, στεγνός, άνυδρος (α. «ξερό ποτάμι» β. «χείμαρρους ξηροὺς ὕδατος», Αρρ.) 2. αυτός που έχει αποβάλει την ικμάδα του, τη ζωηρότητά του …   Dictionary of Greek

  • προαυαίνω — Α αποξηραίνω προηγουμένως. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + αὐαίνω «ξεραίνω, στεγνώνω»] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»