Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

προχαίρω

См. также в других словарях:

  • προχαίρω — Α 1. χαίρομαι από πριν («ὡσθ ἡμῑν συμβαίνειν τὸ προχαίρειν», Πλάτ.) 2. (η προστ.) προχαιρέτω ειρων. ας λείπει κάτι τέτοιο (Αισχύλ.) …   Dictionary of Greek

  • προχαρέντων — προχαίρω rejoice beforehand aor part pass masc/neut gen pl προχαίρω rejoice beforehand aor imperat pass 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προχαιρέτω — προχαίρω rejoice beforehand pres imperat act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προχαίρειν — προχαίρω rejoice beforehand pres inf act (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προχαιρούσας — προχαιρούσᾱς , προχαίρω rejoice beforehand pres part act fem acc pl (attic epic doric ionic) προχαιρούσᾱς , προχαίρω rejoice beforehand pres part act fem gen sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαίρω — ΝΜΑ, και μέσ. χαίρομαι Ν 1. αισθάνομαι χαρά, είμαι χαρούμενος (α. «χαίρω πολύ» β. «οὐ χαίρει ἐπὶ τῇ ἀδικίᾳ, συγχαίρει δὲ τῇ ἀληθείᾳ», ΚΔ γ. «χαίρω δὲ καὶ αὐτὸς θυμῷ, ἐπεὶ δοκέω νικησέμεν Ἕκτορα δῑον», Ομ. Ιλ.) 2. (η προστ. β προσ. ενεστ.) χαίρε,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»