Перевод: со всех языков на русский

с русского на все языки

προσ-καταίρω

См. также в других словарях:

  • καταίρω — καταίρω, αιολ. τ. καταέρρω (Α) 1. απέρχομαι, εφορμώ 2. (για πρόσ.) καταπηδώ 3. (για πτηνά) πετώ προς τα κάτω 4. (για πλοία) φθάνω στο λιμάνι. [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + αἴρω «σηκώνω»] …   Dictionary of Greek

  • προσκαταίρει — πρόσ καθαιρέω take down pres imperat act 2nd sg (attic epic doric ionic aeolic parad form prose) πρόσ καθαιρέω take down imperf ind act 3rd sg (attic epic doric ionic aeolic parad form prose) πρόσ καταίρω take down pres ind mp 2nd sg πρόσ καταίρω …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσκατῆρεν — πρόσ καταίρω take down aor ind act 3rd sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσκαταίρω — Α καταπλέω εναντίον κάποιου («ὁ Κίμων... παντὶ τῷ στόλῳ προσκατήρεν ἐπὶ τὸ πεζὸν τῶν Περσῶν στρατόπεδον», Διόδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < προσ * + καταίρω «εφορμώ, απέρχομαι»] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»