Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

προς-τρόπιος

См. также в других словарях:

  • Ποιτρόπιος — ὁ, Α 1. ο έκτος μήνας τού δελφικού έτους, που αντιστοιχούσε στον Ποσειδεώνα τού αττικού ημερολογίου 2. ονομασία μήνα στην Άμφισσα και στους Λοκρούς, ο οποίος αντιστοιχούσε στον Ελαφηβολιώνα τού αττικού έτους. [ΕΤΥΜΟΛ. < ποι (< ποτί «προς»… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»