Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

προς-εῖναι

  • 141 τέλειος

    τέλειος, α, ον (Hom. [e.g. Il. 24, 34 of unblemished sacrificial animals] +) gener. ‘attaining an end or purpose, complete’.
    pert. to meeting the highest standard
    of things, perfect
    α. as acme of goodness, as adj. (ἀρετή Did., Gen. 40, 19.—Of aeons, Iren. 1, 1, 1 [Harv. I 8, 2]; Hippol., Ref. 6, 31, 4) ἔργον Js 1:4a (s. ἔργον lb); cp. ISm 11:2. δώρημα Js 1:17 (s. δώρημα). νόμος vs. 25 (opp. the Mosaic law). ἀγάπη 1J 4:18. ἀνάλυσις 1 Cl 44:5 (Just., D. 41, 1). γνῶσις 1:2; B 1:5. πρόγνωσις 1 Cl 44:2. μνεία 56:1. ἐλπίς ISm 10:2 (v.l. πίστις); χάρις 11:1. νηστεία Hs 5, 3, 6. ναός B 4:11 (ἐκκλησία Did., Gen. 69, 14). τελειοτέρα σκηνή (s. σκηνή 2) Hb 9:11.—Subst. τὸ τέλειον what is perfect Ro 12:2; perh. 1 Cor 13:10 (opp. ἐκ μέρους. S. EHoffmann, ConNeot 3, ’38, 28–31). ἐνάρετον καὶ τέλειον (someth.) virtuous and perfect IPhld 1:2. W. gen. τὸ τέλειον τῆς γνώσεως ἡμῶν the full measure of our knowledge B 13:7. Pl. (Philo) τέλεια what is perfect ISm 11:3b (Tat. 13, 2 τὰ τέλεια).
    β. as acme of badness (ApcSed 14:7 ἀπόγνωστοι τὴν τελείαν ἀπόγνωσιν), adj. ἁμαρτίαι B 8:1; Hv 1, 2, 1. σκάνδαλον B 4:3.—Subst. τὸ τέλειον τῶν ἁμαρτιῶν the full measure of the sins 5:11.
    of persons who are fully up to standard in a certain respect and not satisfied with half-way measures perfect, complete, expert (TAM II/1, 147, 4f ἰατρὸς τέλειος; ZPE 3, ’68, 86: Didymus Fgm. 281, 7 τέλειος γεώμετρος; Wsd 9:6; 1 Ch 25:8) τέλειος ἀθλητής IPol 1:3. Esther is τελεία κατὰ πίστιν 1 Cl 55:6. Jesus became τέλειος ἄνθρωπος perfect human ISm 4:2.
    pert. to being mature, full-grown, mature, adult (Aeschyl., Pla., X.+; oft. pap; Philo; Jos., Ant. 19, 362).
    adj. ἀνὴρ τέλειος Eph 4:13 (opp. νήπιοι, as Polyb. 5, 29, 2; Philo, Leg. All. 1, 94, Sobr. 9 νήπιον παιδίον πρὸς ἄνδρα τέλειον=an immature child compared to a mature man, Somn. 2, 10). In dazzling wordplay: μὴ παιδία γίνεσθε ταῖς φρεσίν, ἀλλὰ τῇ κακίᾳ νηπιάζετε, ταῖς δὲ φρεσὶν τέλειοι γίνεσθε do not think like children, yet do be infants as respects evil, while at the same time grown-up in your thinking 1 Cor 14:20.
    subst. (Dio Chrys. 34 [51], 8 οἱ τ.; Diogenes, Ep. 31, 3 οἱ τ. … οἱ παῖδες; Ath., R. 17 p. 68, 31) τελείων ἐστὶν ἡ στερεὰ τροφή solid food is (only) for adults Hb 5:14 (opp. νήπιος). οἱ τέλειοι 1 Cor 2:6 is contrasted with νήπιοι 3:1 by WBauer, Mündige u. Unmündige bei dem Ap. Paulus, diss. Marburg 1902 (also Aufsätze u. Kleine Schriften, ed. GStrecker, ’67, 124–30 et al.; s. also GDelling, TW VIII 76–78.) But this may also belong in the next classification
    pert. to being a cult initiate, initiated. As a t.t. of the mystery religions, τέλειος refers to one initiated into mystic rites (τελετή; s. τελειόω 3; cp. Herm. Wr. 4, 4; Philod., Περὶ θεῶν 1, 24, 12 [ed. HDiels, ABA 1915 p. 41; 93]; Iambl., Myst. 3, 7 p. 114 Parthey; Philo, Somn. 2, 234; Gnostics [WBousset, Kyrios Christos2 1921 p. 197, 1].—Rtzst., Mysterienrel.3 133f; 338f; JWeiss, exc. after 1 Cor 3:3, also p. xviiif, Das Urchristentum 1917, 492; HKennedy, St. Paul and the Mystery Religions 1913, 130ff; Clemen2 314; in general, CZijerveld, Τελετή, Bijdrage tot de kennis der religieuze terminologie in het Grieksch ’34). Phil 3:15 and Col 1:28 prob. belong here (s. MDibelius, Hdb. on both passages. οἱ ὡς ἐν χριστιανισμῷ τ. Orig., C. Cels. 3, 19, 13).—CGuignebert, Quelques remarques sur la Perfection (τελείωσις) et ses voies dans le mystère paulinien: RHPR 8, 1928, 412–29; UWilckens, Weisheit u. Torheit, ’59, 53–60 supports Reitzenstein against Bauer.
    pert. to being fully developed in a moral sense
    of humans perfect, fully developed (Hippol., Ref. 1, 19, 16) in a moral sense τέλειος ἀνήρ Js 3:2 (s. RHöistad, ConNeot 9, ’44, p. 22f). τὸν τέλειον ἄνθρωπον GMary 463, 26f (restored). Mostly without a noun εἰ θέλεις τέλειος εἶναι Mt 19:21 (EYarnold, TU 102, ’68, 269–73). Cp. IEph 15:2; D 1:4; 6:2. Pl. Mt 5:48a; ISm 11:3a. W. ὁλόκληροι Js 1:4b. W. πεπληροφορημένοι Col 4:12.
    of God perfect (Pind., Aeschyl. et al.; Theocr., Diod S, Plut. et al.; Tat.4, 2, 12; 4, 15, 2; Theoph. Ant. 2, 15 [p. 138, 12]) Mt 5:48b (i.e. God is a role model for unlimited display of beneficence; cp. on this verse Hierocles 18 p. 459: the goal is τὴν πρὸς θεὸν ὁμοίωσιν κτήσασθαι ‘attainment of likeness to God’ [oft. in Hierocles]; Marinus, Vi. Procli 18 ἵνα τὴν ὁμοίωσιν ἔχῃ πρὸς τὸν θεόν, ὅπερ τέλος ἐστὶ τὸ ἄριστον τῆς ψυχῆς; Betz, SM ad loc.). Restoration in a corrupt context AcPl Ha 1, 11 (ed. indicates τελέσαι or τελεῖν as alternatives).—RFlew, The Idea of Perfection ’34; FGrant, The Earliest Gospel, ’43; EFuchs, RBultmann Festschr., ’54 (Beih. ZNW 21), 130–36; PDuPlessis, Teleios. The Idea of Perfection in the NT ’59; KPrümm, Das NTliche Sprach-u. Begriffsproblem der Vollkommenheit, Biblica 44, ’63, 76–92; AWikgren, Patterns of Perfection in Hb, NTS 6, ’60, 159–67.—Schmidt, Syn. IV 503f. DELG s.v. τέλος. M-M. EDNT. TW. Sv.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > τέλειος

См. также в других словарях:

  • προς — πρός ΝΜΑ, επικ. τ. προτί, κρητ. τ. πορτί, αργείος τ. προτ(ί), παμφυλιακός τ. περτ(ί), αιολ. τ. πρές Α (πρόθεση, κύρια, μονοσύλλαβη, η οποία, γενικά, συντάσσεται με γενική, δοτική και αιτιατική και δηλώνει την από τόπου κίνηση, τη στάση σε τόπο… …   Dictionary of Greek

  • Επιστολή προς Εβραίους — Μία από τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου η οποία σώζεται στον κανόνα της Καινής Διαθήκης. Είναι ιδιότυπη ως προς το περιεχόμενο, τη μορφή και τη γλώσσα και γι’ αυτό η πατρότητά της αμφισβητήθηκε. Ωστόσο, η ομοιότητα της διδασκαλίας της με τη… …   Dictionary of Greek

  • Εβραίους, επιστολή προς- — Μία από τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου, γραμμένη σε εξαιρετικά γλαφυρό ύφος. Εξαιτίας της ιδιομορφίας της ως προς το περιεχόμενο, τη μορφή και τη γλώσσα, αμφισβητήθηκε η προέλευσή της καθώς και ο χρόνος της συγγραφής της. Παρ’ όλα αυτά, η… …   Dictionary of Greek

  • Διόγνητον, επιστολή προς- — Απολογητική χριστιανική πραγματεία του 2ου αι. μ.Χ. σε τύπο επιστολής. Ο συγγραφέας της παραμένει άγνωστος. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του περιεχομένου της επιστολής είναι ότι o συγγραφέας απορρίπτει την ελληνική και την ιουδαϊκή θρησκευτική… …   Dictionary of Greek

  • Επιστολαί προς Τιμόθεον — Δύο επιστολές που σώζονται στον κανόνα της Καινής Διαθήκης και χαρακτηρίζονται ποιμαντορικέςποιμαντικές, εξαιτίας του ποιμαντορικού τους περιεχομένου. Είναι πολύτιμες, όχι μόνο από θεολογικής άποψης, καθώς περιέχουν σπουδαιότατες ποιμαντορικές… …   Dictionary of Greek

  • υπερβολή — Είναι ο γεωμετρικός τόπος των σημείων ενός επιπέδου, τα οποία έχουν σταθερή διαφορά αποστάσεων από δύο δοθέντα σημεία του επιπέδου (εστίες). Η υ. είναι κωνική καμπύλη, προέρχεται, δηλαδή, από την τομή ενός επιπέδου με έναν κώνο και παριστάνεται… …   Dictionary of Greek

  • αντιπροσωπεία — Είναι μια έννοια που στο νεότερο δίκαιο έχει δύο θεμελιώδεις, αλλά εντελώς αποκλίνουσες σημασίες, σύμφωνα με το αν γίνεται χρήση της στο ιδιωτικό δίκαιο ή στο δημόσιο δίκαιο. Στο ιδιωτικό δίκαιο η α. είναι θεσμός που ανάγεται κυρίως στο ρωμαϊκό… …   Dictionary of Greek

  • μικροεπεξεργαστής — Είναι η κεντρική μονάδα επεξεργασίας (CPU) των μικροϋπολογιστών για τη σχεδίαση και την κατασκευή της οποίας έχει χρησιμοποιηθεί μόνο ένα ολοκληρωμένο κύκλωμα (τσιπ). Ο μ. αποτελεί τη βασική μονάδα εκτέλεσης υπολογισμών και ελέγχου ενός… …   Dictionary of Greek

  • συγγένεια — Είναι δεσμός κοινής καταγωγής με τον οποίο ο νόμος συνδέει ορισμένα δικαιώματα και υποχρεώσεις (A.K. 1463, 1464). Η σ. είναι «εξ αίματος» ή «εξ αγχιστείας»: η πρώτη έχει ως έρεισμα την κοινότητα του αίματος και μπορεί να είναι «κατευθείαν… …   Dictionary of Greek

  • σύμπαν — Είναι το σύνολο των ουράνιων σωμάτων και του διαστήματος μέσα στο οποίο είναι εγκατασπαρμένα. Τα ακραία όριά τους, περισσότερο από άμεσες παρατηρήσεις απευθείας ή με όργανα, έχουν καθοριστεί με επιστημονικές υποθέσεις, που επιδίωξαν να μεταφέρουν …   Dictionary of Greek

  • Βαλκανική χερσόνησος — Είναι η ανατολικότερη από τις τρεις ευρωπαϊκές χερσονήσους που βρέχονται από τη Μεσόγειο. Τα όριά της είναι μερικώς ακαθόριστα, επειδή δεν υπάρχει ένα σαφές διαχωριστικό φράγμα στα βόρειά της, όπου συνδέεται σε μήκος περίπου 1.200 χλμ. με τον… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»