-
1 προςκατατίθημι
προς-κατα-τίθημι, noch dazu niederlegen, erlegen, bar bezahlen -
2 προς-κατα-βάλλω
προς-κατα-βάλλω (s. βάλλω), noch dazu zahlen, nachzahlen, Schol. Ar. Nub. 1236 Erkl. von προςκατατίϑημι.
1 προςκατατίθημι
2 προς-κατα-βάλλω
προς-κατα-βάλλω (s. βάλλω), noch dazu zahlen, nachzahlen, Schol. Ar. Nub. 1236 Erkl. von προςκατατίϑημι.