Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

προπέσσω

См. также в других словарях:

  • προπέσσω — και αττ. τ. προπέττω Α χωνεύω κάτι προηγουμένως. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + πέσσω «μαλακώνω, χωνεύω»] …   Dictionary of Greek

  • προπέττει — προπέσσω digest pres ind mp 2nd sg (attic) προπέσσω digest pres ind act 3rd sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προπέττειν — προπέσσω digest pres inf act (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προπέττεσθαι — προπέσσω digest pres inf mp (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προπέττεται — προπέσσω digest pres ind mp 3rd sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»