Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

προοδοποιῷ

См. также в других словарях:

  • προοδοποιῶ — προοδοποιέω prepare pres subj act 1st sg (attic epic doric) προοδοποιέω prepare pres ind act 1st sg (attic epic doric) προοδοποιῶ , προοδοποιέω prepare pres subj act 1st sg (attic epic doric) προοδοποιῶ , προοδοποιέω prepare pres ind act 1st sg… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προοδοποιώ — έω, ΜΑ προετοιμάζω την οδό, ετοιμάζω τον δρόμο (α. «ὁ δὲ παιδαγωγὸς οὐκ ἐναντίος τῷ διδασκάλῳ ἀλλὰ προοδοποιῶν αύτῷ», Ιωάνν. Δαμασκ. β. «πάντα γὰρ δεῑ τὰ τοιαῡτα προοδοποιεῑν πρὸς τὰς ὕστερον διατριβάς», Αριστοτ.) αρχ. 1. προετοιμάζω, ετοιμάζω εκ …   Dictionary of Greek

  • προοδοποιῷ — προοδοποιός preparing the way masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προοδοποίησις — ήσεως, ἡ, ΜΑ [προοδοποιῶ] η προετοιμασία τής οδού, η προπαρασκευή για τον ερχομό («παρασκευὴ τοῡτό ἐστιν ἐκείνου καὶ προοδοποίησις», Ιωάνν. Χρυσ) …   Dictionary of Greek

  • προοδοποιητικός — ή, όν, Α [προοδοποιῶ] αυτός που συντελεί στην προοδοποίηση, που προετοιμάζει τον δρόμο …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»