-
1 προκατανοησις
-
2 προσκατανοησις
(Epicur. ap. Diog.L. - v. l. προκατανόησις)
См. также в других словарях:
προκατανόησις — ήσεως, ἡ, Α [προκατανοῶ] 1. η εκ τών προτέρων κατανόηση 2. η εκ τών προτέρων γνώση, η πρόγνωση … Dictionary of Greek
1 προκατανοησις
2 προσκατανοησις
(Epicur. ap. Diog.L. - v. l. προκατανόησις)
προκατανόησις — ήσεως, ἡ, Α [προκατανοῶ] 1. η εκ τών προτέρων κατανόηση 2. η εκ τών προτέρων γνώση, η πρόγνωση … Dictionary of Greek