Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

προθυμοποιέομαι

См. также в других словарях:

  • προθυμοποιουμένων — προθυμοποιέομαι make willing pres part mp fem gen pl (attic epic doric) προθυμοποιέομαι make willing pres part mp masc/neut gen pl (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προθυμοποιεῖ — προθυμοποιέομαι make willing pres ind mp 2nd sg (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προθυμοποιεῖσθαι — προθυμοποιέομαι make willing pres inf mp (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προθυμοποιεῖται — προθυμοποιέομαι make willing pres ind mp 3rd sg (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προθυμοποιηθείς — προθυμοποιέομαι make willing aor part mp masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προθυμοποιοῦμαι — προθυμοποιέομαι make willing pres ind mp 1st sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προθυμοποιούμενοι — προθυμοποιέομαι make willing pres part mp masc nom/voc pl (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προθυμοποιούμενος — προθυμοποιέομαι make willing pres part mp masc nom sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συμπροθυμοποιεῖσθαι — σύν , πρό θυμοποιέω hearten pres inf mp (attic epic) σύν προθυμοποιέομαι make willing pres inf mp (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»