Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

προευαγγελίζομαι

См. также в других словарях:

  • προευαγγελίζομαι — ΝΜΑ ευαγγελίζομαι, φέρνω χαρούμενη αγγελία εκ τών προτέρων. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + εὐαγγελίζομαι «αναγγέλλω ευχάριστες ειδήσεις»] …   Dictionary of Greek

  • προευαγγελιζόμενον — προευαγγελίζομαι bring glad tidings before pres part mp masc acc sg προευαγγελίζομαι bring glad tidings before pres part mp neut nom/voc/acc sg προευαγγελιζόμενον , προευαγγελίζομαι bring glad tidings before pres part mp masc acc sg… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προευαγγελιζόμενος — προευαγγελίζομαι bring glad tidings before pres part mp masc nom sg προευαγγελιζόμενος , προευαγγελίζομαι bring glad tidings before pres part mp masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προευαγγελισάμενος — προευαγγελίζομαι bring glad tidings before aor part mp masc nom sg προευαγγελισάμενος , προευαγγελίζομαι bring glad tidings before aor part mp masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προευαγγελίζεται — προευαγγελίζομαι bring glad tidings before pres ind mp 3rd sg προευαγγελίζεται , προευαγγελίζομαι bring glad tidings before pres ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προευαγγελίσασθαι — προευαγγελίζομαι bring glad tidings before aor inf mp προευαγγελίσασθαι , προευαγγελίζομαι bring glad tidings before aor inf mp …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προευηγγελίζετο — προευαγγελίζομαι bring glad tidings before imperf ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»