Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

προεξαποστέλλω

См. также в других словарях:

  • προεξαποστέλλω — Α στέλνω προηγουμένως κάποιον ή κάτι σε ένα μέρος. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + ἐξαποστέλλω «στέλνω έξω, μακριά»] …   Dictionary of Greek

  • προεξαπεσταλμένοι — προεξαποστέλλω send out before perf part mp masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προεξαπέστειλε — προεξαποστέλλω send out before aor ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προεξαπέστειλεν — προεξαποστέλλω send out before aor ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»