Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

προεξαγκωνίζω

См. также в других словарях:

  • προεξαγκωνίζω — Α (στην πυγμαχία) κινώ προς τα πίσω τους αγκώνες και ετοιμάζομαι να χτυπήσω. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + ἐξαγκωνίζω «σπρώχνω κάποιον με τον αγκώνα»] …   Dictionary of Greek

  • προεξαγκωνίσας — προεξαγκωνίσᾱς , προεξαγκωνίζω spar before aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) προεξαγκωνίσᾱς , προεξαγκωνίζω spar before aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»