-
1 προδοκαίς
-
2 προδοκαῖς
См. также в других словарях:
προδοκαῖς — προδοκή place where one lies in wait fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 προδοκαίς
2 προδοκαῖς
προδοκαῖς — προδοκή place where one lies in wait fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)