Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

προδιαζεύγνυμι

См. также в других словарях:

  • προδιαζεύγνυμι — Α 1. χωρίζω εκ τών προτέρων 2. φρ. «σχῆμα προδιεζευγμένον [ή ἀλκμανικόν]» σχήμα που χρησιμοποιήθηκε από τον Αλκμάνα και σύμφωνα με το οποίο όταν ένα ρήμα έχει δύο υποκείμενα συνάπτεται σε πληθυντικό αριθμό με το πρώτο, όπως λ.χ. στη φράση ἐγὼ… …   Dictionary of Greek

  • ζευγνύω — (AM ζεύγνυμι και ζευγνύω) 1. συνάπτω, συνδέω δύο άκρα, συνδέω με ζεύγμα 2. συνδέω με γέφυρα, γεφυρώνω («ζευγνὺς τὸν ποταμόν», Ηρόδ.) 3. τοποθετώ τον ζυγό σε ζώο, ζεύω («ζεῡξαι δ ὑπ ὄχεσφιν ἕκαστον ἵππους», Ομ. Ιλ.) αρχ. 1. (για ίππους) σελλώνω,… …   Dictionary of Greek

  • προδιεζευγμένος — η, ον, Α φρ. «προδιεζευγμένον σχήμα» βλ. προδιαζεύγνυμι …   Dictionary of Greek

  • προεπιζευγνύω — Μ χρησιμοποιώ το ρητορικό σχήμα τής προεπιζεύξεως. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + ἐπιζευγνύω «συνδέω» (για τη σημ. πρβλ. προδιαζεύγνυμι)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»