Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

προγιγνώσκω

См. также в других словарях:

  • προγιγνώσκω — know pres subj act 1st sg προγιγνώσκω know pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προγιγνώσκω — ΝΑ, και ιων. και μτνν. τ. προγινώσκω Α 1. γνωρίζω ή καταλαβαίνω κάτι εκ τών προτέρων («τά τε παρεόντα καὶ τὰ προγεγονότα καὶ τὰ μέλλοντα ἔσεσθαι προγιγνώσκειν», Ιπποκρ.) 2. προαισθάνομαι κάτι που πρόκειται να συμβεί στο μέλλον, προμαντεύω αρχ. 1 …   Dictionary of Greek

  • προγιγνώσκῃ — προγιγνώσκω know pres subj mp 2nd sg προγιγνώσκω know pres ind mp 2nd sg προγιγνώσκω know pres subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προγινώσκετε — προγιγνώσκω know pres imperat act 2nd pl (ionic) προγιγνώσκω know pres ind act 2nd pl (ionic) προγιγνώσκω know imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προγινώσκῃ — προγιγνώσκω know pres subj mp 2nd sg (ionic) προγιγνώσκω know pres ind mp 2nd sg (ionic) προγιγνώσκω know pres subj act 3rd sg (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προγιγνωσκομένων — προγιγνώσκω know pres part mp fem gen pl προγιγνώσκω know pres part mp masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προγιγνωσκόντων — προγιγνώσκω know pres part act masc/neut gen pl προγιγνώσκω know pres imperat act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προγιγνώσκει — προγιγνώσκω know pres ind mp 2nd sg προγιγνώσκω know pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προγιγνώσκομεν — προγιγνώσκω know pres ind act 1st pl προγιγνώσκω know imperf ind act 1st pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προγιγνώσκοντα — προγιγνώσκω know pres part act neut nom/voc/acc pl προγιγνώσκω know pres part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προγιγνώσκουσι — προγιγνώσκω know pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) προγιγνώσκω know pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»