Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

προβλῆτις

См. также в других словарях:

  • προβλήτις — ήτιδος, ἡ, Α βλ. προβλήτα …   Dictionary of Greek

  • προβλήτιδα — προβλῆτις fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προβλήτιδες — προβλῆτις fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προβλήτα — η / προβλής, ῆτος, ὁ, ἡ, Ν ΜΑ, τ. θηλ. προβλῆτις Α νεοελλ. 1. κάθε φυσική ή τεχνητή προεκβολή τής ξηράς η οποία εισχωρεί σε θάλασσα, λίμνη ή ποταμό και χρησιμεύει κυρίως για τη διευκόλυνση πλευρίσματος τών πλοίων, μόλος 2. φρ. «πλωτή προβλήτα»… …   Dictionary of Greek

  • προβλῆτι — προβλής thrown forward masc/fem dat sg προβλῆτις fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»