-
1 ποτερως
каким из (обоих) способов, каким образомπ. ἂν μᾶλλον πράττοιμι ; Xen. — как мне лучше действовать?;
π. σοι δοκεῖ …;Plat. — как, полагаешь ты, …?;διορίσαι, π. λέγεις Plat. — определи, в каком (из обоих) смысле ты говоришь
См. также в других словарях:
ποτέρως — πότερος whether of the two? adverbial πότερος whether of the two? masc acc pl (doric) ποτέρως in which of two ways? indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ποτέρως — Α επίρρ. βλ. πότερος … Dictionary of Greek
πότερος — έρα, ον, και ιων. τ. κότερος, η, ον, Α Ι. (ερωτ. αντων.) σε ευθείες και πλάγιες ερωτήσεις) 1. ποιος από τους δύο; (α. «οὐκ ἀν γνοίης ποτέροισι μετείη», Ομ. Ιλ. β. «κότερα τούτων αἱρετώτερά ἐστι»; Ηρόδ. γ. «ἐρωτώσης τῆς μητρός, πότερος καλλίων… … Dictionary of Greek
πιστεύω — ΝΜΑ, και στον Ερωτόκρ. πιστεύγω Ν [πιστός] 1. έχω πίστη, έχω εμπιστοσύνη σε κάποιον ή σε κάτι (α. «και λογισμό μη βάνης μπλιο και πίστεψέ μου μένα», Ερωτόκρ. β. «ὅτι οὐκ ἐπίστευσαν ἐν τῷ θεῷ», ΠΔ γ. «κοὐκ ἄλλου σαφῆ σημεῑ ἰδοῡσα τῷδε πιστεύω… … Dictionary of Greek
ποτέρωθεν — Α επίρρ. από ποιον από τους δύο; [ΕΤΥΜΟΛ. < ποτέρως + επιρρμ. κατάλ. θεν (πρβλ. εκατέρω θεν)] … Dictionary of Greek
ποτέρωθι — Α επίρρ. σε ποιο από τα δύο μέρη; [ΕΤΥΜΟΛ. < ποτέρως + επιρρμ. κατάλ. θι (πρβλ. εκατέρω θι)] … Dictionary of Greek
ποτέρωσε — Α επίρρ. σε ποιο από τα δύο μέρη. [ΕΤΥΜΟΛ. < ποτέρως + επιρρμ. κατάλ. σε (πρβλ. ετέρω σε)] … Dictionary of Greek