-
1 προς-αγωγίδης
προς-αγωγίδης, ὁ, dor. ποταγωγίδης, = προςαγωγεύς, Plut. Dion. 28, wo jetzt προςαγωγέας für προςαγωγίδας gelesen wird. S. Wessel. ad D. Sic. I p. 455.
-
2 ποτ-αγωγίς
ποτ-αγωγίς, ίδος, ἡ, Arist. pol. 5, 9, 3, wo Schneider ποταγωγίδης vorzieht, = προςαγωγίς, προςαγωγίδης.