Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

πολύφλοισβος

См. также в других словарях:

  • πολύφλοισβος — loud roaring masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολύφλοισβος — η, ο / πολύφλοισβος, ον, ΝΑ (για θάλασσα και για κύματα) αυτός που κάνει πολύ θόρυβο, πολυτάραχος, θορυβώδης (α. «παρὰ θῖνα πολυφλοίσβιο θαλάσσης», Ομ. Ιλ. β. «πολυφλοίσβοισι θαλάσσης κύμασιν», Ανθ. Παλ.) αρχ. 1. (για μέλαθρο ή συμπόσιο) ο… …   Dictionary of Greek

  • πολύφλοισβον — πολύφλοισβος loud roaring masc/fem acc sg πολύφλοισβος loud roaring neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυφλοίσβοιο — πολύφλοισβος loud roaring masc/fem/neut gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυφλοίσβοισιν — πολύφλοισβος loud roaring masc/fem/neut dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυφλοίσβου — πολύφλοισβος loud roaring masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυφλοίσβους — πολύφλοισβος loud roaring masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυφλοίσβῳ — πολύφλοισβος loud roaring masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • The Rose and the Ring — is a satirical work of fiction written by William Makepeace Thackeray and originally published at Christmas 1854 (though dated 1855). [Roger Lancelyn Green, The Golden Age of Children s Books , in: Sheila Egoff, G. T. Stubbs, and L. F. Ashley,… …   Wikipedia

  • πολυ- — Α το, Ν άκλ. (βιοχ.) πολυριβονουκλεοτίδιο που αποτελείται εξ ολοκλήρου από αδενυλικά υπολείμματα. ΝΜΑ α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής που ανάγεται στο επιθ. πολύς και δηλώνει ότι το β συνθετικό γίνεται πολλές φορές,… …   Dictionary of Greek

  • bhlei-2 —     bhlei 2     English meaning: to swell     Deutsche Übersetzung: “aufblasen, schwellen, strotzen, ũberfließen”     Note: extension from bhel ds.     Material: Nor. dial. bleime, O.S. blēma “ bleb on the skin “ (compare Nor. bläema ds. under… …   Proto-Indo-European etymological dictionary

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»