Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

πολύπυρος

См. также в других словарях:

  • πολύπυρος — (I) ον, Α (για εύφορες χώρες) αυτός που παράγει πολύ σιτάρι. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + πυρός «σιτάρι» (πρβλ. ολιγό πυρος)]. (II) η, ο / πολύπυρος, ον, ΝΑ ο γεμάτος φωτιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < [i]πολυ * + πυρος (< πῦρ, πυρός «φωτιά»), πρβλ. ολιγό πυρος… …   Dictionary of Greek

  • πολύπυρος — πολύπῡρος , πολύπυρος rich in corn masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολύπυρον — πολύπῡρον , πολύπυρος rich in corn masc/fem acc sg πολύπῡρον , πολύπυρος rich in corn neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • БУПРАСИЙ —    • Buprasium,          Βουπράσιον, древнее, прежде весьма значительное местечко эпейцев в «глубокой Элиде», на левом берегу реки Ларисса, позднее исчезнувшее (Ноm. Il. 2, 615). Вероятно, оно никогда не было собственно городом, но было хорошо… …   Реальный словарь классических древностей

  • SYROS — hodieque Siro, maris Aegaei insul. quam Homerus Syriam vocat in Odyss. uti Strabo et Stephanus testantur Syra Sophiano adhuc dicitur. Satis culta. Sub Turcis. Habet Episcop. Latini ritus. 16. milliae. a Thera Ins. Locus Hom. est Od. O. v. 402.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Σύρος — Νησί των Κυκλάδων, στο κέντρο περίπου του συμπλέγματος, Δ της Δήλου και της Μυκόνου και ΝΔ της Τήνου. Με έκταση 83,6 τ. χλμ. είναι το πιο πυκνοκατοικημένο νησί της Ελλάδας, το εντέκατο σε έκταση του νομού Κυκλάδων, με το πέμπτο όμως και πλέον του …   Dictionary of Greek

  • αυτόπυρος — αὐτόπυρος, ο (Α) κατασκευασμένος από ακοσκίνιστο σιταρένιο αλεύρι. [ΕΤΥΜΟΛ. < αυτο + πυρος < πυρός «σιτάρι» (πρβλ. εύπυρος, πολύπυρος)] …   Dictionary of Greek

  • εύμηλος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Άδμητου και της Άλκηστης. Πήρε μέρος στην Τρωική εκστρατεία επικεφαλής έντεκα θεσσαλικών πλοίων. Φημιζόταν για τα άλογά του, που, σύμφωνα με τον μύθο, τα είχε βοσκήσει ο ίδιος ο Απόλλων, όταν υπηρετούσε… …   Dictionary of Greek

  • σύρος — Νησί των Κυκλάδων, στο κέντρο περίπου του συμπλέγματος, Δ της Δήλου και της Μυκόνου και ΝΔ της Τήνου. Με έκταση 83,6 τ. χλμ. είναι το πιο πυκνοκατοικημένο νησί της Ελλάδας, το εντέκατο σε έκταση του νομού Κυκλάδων, με το πέμπτο όμως και πλέον του …   Dictionary of Greek

  • πολυπύροις — πολυπύ̱ροις , πολύπυρος rich in corn masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυπύρου — πολυπύ̱ρου , πολύπυρος rich in corn masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»