-
1 πολύ-κριτος
πολύ-κριτος, vielfach getrennt, unterschieden, Orph. H. 10, 18.
-
2 πολυ-σύγ-κριτος
πολυ-σύγ-κριτος, vielfach zusammengesetzt, Gramm.
-
3 πολύκριτος
πολύ-κριτος, vielfach getrennt, unterschieden -
4 πολυσύγκριτος
πολυ-σύγ-κριτος, vielfach zusammengesetzt, Gramm.
См. также в других словарях:
πολύκριτος — Επικός συγγραφέας από τη Σικελία, που έγραψε ένα μεγάλο ιστορικό έργο για τον τύραννο των Συρακουσών Διονύσιο, με τον τίτλο Τα περί Διονύσιον ή Σικελικά. Από το έργο αυτό σώζονται μερικά αποσπάσματα. * * * ον, Α αυτός που διακρίνεται σαφώς, ο… … Dictionary of Greek