Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

πολισμάτιον

См. также в других словарях:

  • πολισμάτιον — πόλισμα buildings of a city neut nom/voc/acc sg πολισμάτιον neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • COSYRA — insula sterilis in mari Libyco, non procul a Melite, cuius incolae Cosyraei dicuntur. De quâ sic Bochartus, l. 1. Chanaan, c. 26. Non debet hîc Cosyra omitti, insul. cum oppid. media inter Siciliae Lilybaeum, et Clypeam Africae, a Melite distans… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • καθορμίζω — (Α καθορμίζω) 1. οδηγώ πλοίο από το πέλαγος σε λιμάνι για αγκυροβολία, ελλιμενίζω, αγκυροβολώ, αράζω («καθώρμισαν πρός τι πολισμάτιον», Πολ.) 2. μέσ. καθορμίζομαι (για πλοία και κυβερνήτες) έρχομαι στο λιμάνι για αγκυροβολία, προσορμίζομαι («ἐς… …   Dictionary of Greek

  • πολισμάτιο — το / πολισμάτιον, ΝΑ [πόλισμα] μικρός συνοικισμός …   Dictionary of Greek

  • πολισματίωι — πολισματίῳ , πόλισμα buildings of a city neut dat sg πολισματίῳ , πολισμάτιον neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολισματίων — πόλισμα buildings of a city neut gen pl πολισμάτιον neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολισματίῳ — πόλισμα buildings of a city neut dat sg πολισμάτιον neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολισμάτια — πόλισμα buildings of a city neut nom/voc/acc pl πολισμάτιον neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»