-
1 πολισθήναι
-
2 πολισθῆναι
См. также в других словарях:
πολισθῆναι — πολίζω build a city aor inf pass … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 πολισθήναι
2 πολισθῆναι
πολισθῆναι — πολίζω build a city aor inf pass … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)