-
1 πλῆκτρον
1 instrument for striking the lyre, plectrum,χρυσέου ὑπὸ π. h.Ap. 185
, cf. h.Merc.53, Pi.N.5.24, E.HF 351 (lyr.);κεράτινα π. Pl. Lg. 795a
;π... ξύλινον IG22.1388.80
;κρούειν τῷ π. Pl.Ly. 209b
;π. ἐς λύρην ῥάψαι Herod.6.51
;πλήκτρῳ.. πληγῶν γιγνομένων Pl.R. 531
b.2 spear-point,δορὸς διχόστομον π. S.Fr. 152
(lyr.); διόβολον π., of lightning, E.Alc. 129 (lyr.); a bee's sting, Jul.Or.2.90a.3 cock's spur, Ar.Av. 759, 1365, Arist.HA 504b7, PA 694a13; also, spur of crayfish,ὥσπερ π. Id.HA 526a5
; an analogous bone of the ankle, ib. 516b2; part of the thigh-joint, Poll.2.185, Hsch.6 = γλῶσσα, Poll. 2.104.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πλῆκτρον
См. также в других словарях:
θέλκτρον — θέλκτρον, το (Α) [θέλγω] θελκτήριον*. [ΕΤΥΜΟΛ. < θέλγ ω + κατάλ. τρον, πρβλ. μάκ τρον, πλήκ τρον. (Βλ. και λ. θέλγητρο)] … Dictionary of Greek
λέκτρο — το (Α λέκτρον) νεοελλ. (στρατ. και ναυτ.) δάπεδο πάνω στο οποίο είναι τοποθετημένα και μετακινούνται τα πυροβόλα στα οχυρώματα ή στους ειδικούς πυργίσκους τών πολεμικών πλοίων αρχ. 1. κλίνη, ανάκλιντρο («κλαῑε δ ἄρ ἐν λέκτροισι καθεζομένη… … Dictionary of Greek
σφάκτρον — τὸ, Α φόρος που πλήρωναν οι θύτες («τὸ σφάκτρον τέλους ὄνομα ἦν ἐπὶ τοῡ καταβαλλομένου ὑπὲρ τῶν θυομένων οὕτως ἐπονομασθέν», Πολυδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. σφάζω + επίθημα τρον (πρβλ. πλῆκ τρον)] … Dictionary of Greek
τάρακτρον — τὸ, Α 1. εργαλείο για ανακάτεμα 2. μτφ. (για πρόσ.) ταραξίας, ταραχοποιός. [ΕΤΥΜΟΛ. < ταράσσω + επίθημα τρον (πρβλ. πλήκ τρον)] … Dictionary of Greek
φίμωτρο — το / φίμωτρον, ΝΜΑ, και φίμετρον Α νεοελλ. πλέγμα με το οποίο περιβάλλεται το ρύγχος τών ζώων για να μην μπορούν να δαγκώνουν ή να τρώνε μσν. αρχ. (γενικά) όργανο με το οποίο φράζεται ή κρατείται κλειστό κάτι. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιμῶ + επίθημα τρον… … Dictionary of Greek
μάκτρο — το (Α μάκτρον) κομμάτι υφάσματος με το οποίο σκουπίζει ή σκουπίζεται κάποιος, προσόψιο, πετσέτα νεοελλ. στρατ. ξύλινο κοντάρι με κυλινδρική ψήκτρα στην άκρη του, με την οποία καθαρίζεται και επαλείφεται με λιπαντικό το κοίλο τών σωλήνων τών… … Dictionary of Greek