-
1 πλαταγωνιον
τό «трескучка», лист мака или анемоны (его клали на отверстие кулака левой руки и с размаху ударяли по нему правой ладонью, от чего он с треском разрывался, и если треск был громкий, то это считалось благоприятным признаком для влюбленного) Theocr.
См. также в других словарях:
πλαταγώνιον — broad petal of the poppy neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πλαταγώνιον — τὸ, Α 1. το πλατύ φύλλο τής παπαρούνας ή τής ανεμώνης 2. είδος παιχνιδιού κατά το οποίο οι ερωτευμένοι, αφού έκλειναν το αριστερό τους χέρι και τοποθετούσαν ανάμεσα στον αντίχειρα και στον δείκτη πέταλο παπαρούνας ή ανεμώνας τό χτυπούσαν ξαφνικά… … Dictionary of Greek
πλαταγωνίῳ — πλαταγώνιον broad petal of the poppy neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πλαταγώνια — πλαταγώνιον broad petal of the poppy neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πλαταγώνι' — πλαταγώνια , πλαταγώνιον broad petal of the poppy neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)