Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

περίφοιτος

См. также в других словарях:

  • περίφοιτος — revolving masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περίφοιτος — ον, Α [περιφοιτώ] 1. ο περιστρεφόμενος, αυτός που έχει κυκλική κίνηση 2. εκείνος που πάει εδώ κι εκεί, ο άστατος …   Dictionary of Greek

  • περίφοιτον — περίφοιτος revolving masc/fem acc sg περίφοιτος revolving neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιφοίτῳ — περίφοιτος revolving masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περίφοιτα — περίφοιτος revolving neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περίφοιτε — περίφοιτος revolving masc/fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • AGENOR — I. AGENOR Antenoris fil. Homer. Il. 21. v. 579. Ω῾ς Α᾿ντην´ορος ις̔῾ὸς ἀγαυοῦ δῖος Α᾿γην´ωρ Οὐκ ἔθελεν φδ᾿γειν πρὶν πειρήσαιτ᾿ Α᾿χιλῆος. II. AGENOR Mitylenaeus, de Musicâ scripsit, teste Aristoxenô l. 2. Musices. Incertae aetatis. Vide Voss. de… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • σύμφοιτος — ἡ, Α ὁμόφοιτος*. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + φοιτος (< φοιτῶ «σπουδάζω, συχνάζω»), πρβλ. περίφοιτος] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»