-
1 περπερεία
περπερεία, ἡ, Windbeutelei, Großprahlerei, Ruhmsucht, Clem. Alex.
-
2 περπερεία
περπερεία, ἡ, Windbeutelei, Großprahlerei, Ruhmsucht -
3 περπερία
См. также в других словарях:
περπερεία — ἡ, ΜΑ [περπερεύομαι] ματαιοδοξία, κενοδοξία, μεγαλαυχία («περπερεία γὰρ ὁ καλλωπισμὸς περιττότητος καὶ ἀχρειότητος ἔχων ἔμφασιν», Κλήμ. Αλ.) … Dictionary of Greek
περπερότης — ἡ, Α [πέρπερος] η περπερεία* … Dictionary of Greek
ԳՈՌՈԶՈՒԹԻՒՆ — ( ) NBH 1 0573 Chronological Sequence: Unknown date, 5c, 6c, 7c, 10c գ. τυραννίς tyrannia, tyrannicus dominatus Բռնաւորութիւն. բռնակալութիւն. բուռն եւ խրոխտ իշխանութիւն. ... *Գոռոզութեանց եւ բռնաւորութենաց ցանկան: Ի վերայ կռուել ʼի գոռոզութեան:… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)