-
1 περι-φαής
περι-φαής, ές, ringsum leuchtend, blickend, βλεφάρων κύκλα, Opp. Hal. 2, 6 [wo α lang ist].
-
2 περιφαής
περι-φαής, ές, ringsum leuchtend, blickend
См. также в других словарях:
συμφαής — ές, Α (για τον Χριστό) αυτός που λάμπει μαζί με το Άγιο Πνεύμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + φαής (< φᾶος), πρβλ. περι φαής] … Dictionary of Greek
υπερφαής — ές, ΜΑ πάρα πολύ φωτεινός, υπέρλαμπρος μσν. λαμπρός και διαφανής («τῆς ὑπερφαοῡς ἐκείνης φωτοφανείας», Ανδρ. Κρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ * + φαής (< φάος, φῶς), πρβλ. περι φαής] … Dictionary of Greek
περιφαής — ές, Α 1. αυτός που λάμπει προς όλες τις διευθύνσεις 2. αυτός που τά βλέπει όλα («βλεφάρων περιφαέα κύκλα», Οππ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + φαής (< φᾶος «φως»)] … Dictionary of Greek