Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

περι-κυλίνδω

См. также в других словарях:

  • κυλίνδω — και κυλινδῶ, έω (AM) 1. κινώ ή κυλώ κάτι («Βορέης αἰθρηγενέτης, μέγα κῡμα κυλίνδων», Ομ. Οδ.) 2. μεταφέρω, φέρνω («κυλίνδετ εἴσω τόνδε τὸν δυσδαίμονα», Αριστοφ.) 3. μτφ. ανακινώ στη σκέψη μου («φθονερή δ ἄλλος ἀνήρ βλέπων γνώμαν κενεάν σκότῳ… …   Dictionary of Greek

  • περικυλινδομένου — περί κυλίνδω roll pres part mp masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περικυλίσατε — περικυλί̱σατε , περί κυλίνδω roll aor imperat act 2nd pl περικυλί̱σατε , περί κυλίνδω roll aor ind act 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περικυλινδώ — έω, Α κυλίω κάτι ολόγυρα, περιστρέφω. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + κυλινδῶ «κυλώ»] …   Dictionary of Greek

  • περιεκυλίσατο — περϊεκυλί̱σατο , περί κυλίνδω roll aor ind mid 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιεκυλίσθη — περϊεκυλί̱σθη , περί κυλίνδω roll aor ind pass 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιεκύλισεν — περϊεκύλῑσεν , περί κυλίνδω roll aor ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περικεκυλισμένος — περικεκυλῑσμένος , περί κυλίνδω roll perf part mp masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περικυλισθῆναι — περικυλῑσθῆναι , περί κυλίνδω roll aor inf pass …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περικυλισθέντες — περικυλῑσθέντες , περί κυλίνδω roll aor part pass masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περικυλισθήσεται — περικυλῑσθήσεται , περί κυλίνδω roll fut ind pass 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»