-
1 περι-αίνυμαι
περι-αίνυμαι, = περιαιρέομαι, ringsumher wegnehmen, Hesych.
-
2 περιαίνυμαι
-
3 περιαίνυτο
περϊαίνυτο, περί-αἴνυμαιtake: imperf ind mid 3rd sg (epic)
См. также в других словарях:
περιαίνυμαι — Α (κατά τον Ησύχ.) «περιαίνυτο περιελάμβανεν, περιεῑχεν». [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + αἴνυμαι «λαμβάνω, παίρνω»] … Dictionary of Greek
περιαίνυτο — περϊαίνυτο , περί αἴνυμαι take imperf ind mid 3rd sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)