Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

περιφρόνησις

См. также в других словарях:

  • περιφρόνησις — contempt fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιφρονήσει — περιφρόνησις contempt fem nom/voc/acc dual (attic epic) περιφρονήσεϊ , περιφρόνησις contempt fem dat sg (epic) περιφρόνησις contempt fem dat sg (attic ionic) περιφρονέω compass in thought aor subj act 3rd sg (epic) περιφρονέω compass in thought… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιφρονήσεις — περιφρόνησις contempt fem nom/voc pl (attic epic) περιφρόνησις contempt fem nom/acc pl (attic) περιφρονέω compass in thought aor subj act 2nd sg (epic) περιφρονέω compass in thought fut ind act 2nd sg περιφρονέω compass in thought aor subj act… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιφρόνησιν — περιφρόνησις contempt fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιφρόνηση — η / περιφρόνησις, ήσεως, ΝΜΑ [περιφρονώ] 1. καταφρόνηση, προσβλητική έλλειψη σεβασμού ή εκτίμησης για κάποιον ή για κάτι 2. υποτίμηση, αμέλεια («η περιφρόνηση τού κινδύνου είναι επικίνδυνη») …   Dictionary of Greek

  • περιφρονήσεως — περιφρονήσεω̆ς , περιφρόνησις contempt fem gen sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»