-
1 περιφλοισθήναι
-
2 περιφλοισθῆναι
См. также в других словарях:
περιφλοισθῆναι — περιφλοίζω strip off the bark aor inf pass … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 περιφλοισθήναι
2 περιφλοισθῆναι
περιφλοισθῆναι — περιφλοίζω strip off the bark aor inf pass … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)