Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

περιτορνεύω

См. также в других словарях:

  • περιτορνεύω — και περιτορεύω ΝΑ 1. τορνεύω κάτι γύρω γύρω, καθιστώ κάτι στρογγυλό χρησιμοποιώντας τον τόρνο 2. φιλοτεχνώ, κατασκευάζω προσεκτικά γύρω από κάτι («θνητὸν σῶμα αὐτῇ περιετόρνευσαν», Πλάτ.) 3. καθιστώ περίτεχνο κάτι 4. (η μτχ. παρακμ. ως επίθ.)… …   Dictionary of Greek

  • περιτορνεύουσαν — περιτορνεύω turn as in a lathe pres part act fem acc sg (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιτορεύω — βλ. περιτορνεύω …   Dictionary of Greek

  • ՃԱԽԱՐԱԿԵՄ — (եցի.) NBH 2 0165 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 6c, 8c, 10c, 11c, 12c ն. ՃԱԽԱՐԱԿԵՄ որ եւ ՇՈՒՐՋ ՃԱԽԱՐԱԿԵԼ. περιτορνεύω circumtorno. Ճախարակաւ հարթել, ողորկել, բոլորշի գործել. ջարխէ քաշել, կոկել, կըկլօր կամ բիւրիւզսիւզ ընել …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»