-
1 περικεφαλαίω
-
2 περικεφαλαίῳ
См. также в других словарях:
περικεφαλαίῳ — περικεφάλαιος round the head masc/neut dat sg περικεφαλαία neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 περικεφαλαίω
2 περικεφαλαίῳ
περικεφαλαίῳ — περικεφάλαιος round the head masc/neut dat sg περικεφαλαία neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)