-
1 περι-στέλλω
περι-στέλλω, umkleiden, übh. umhüllen, ϑνατὰ περιστέλλων μέλη, Pind. N. 11, 15; einkleiden, ausputzen, bes. eine Leiche, die zur Schau gestellt werden soll, schmücken, οὐδέ ἑ μήτηρ κλαῠσε περιστείλασα, Od. 24, 293; Her. 6, 30; dah. eine Leiche bestatten, τὸ σὸν δέμας περιστέλλουσα, Soph. Ant. 894; τάφον περιστελοῠντε, Ai. 1149; vgl. Eur. Or. 1066 u. öfter; χερσὶν περισταλέντες ὧν ἐχρῆν ὕπο, Troad. 390; Sp., wie Diogen. (VII, 613); in Prosa, wie Plat. Hipp. mai. 291 d; S. Emp. pyrrh. 3, 226. – Uebh. besorgen, pflegen; ἀοιδάν, Pind. I. 1, 3; Aesch. Eum. 667; vgl. Soph. Ai. 808; εὖ περιστέλλουσιν αὐτὰ δαίμονες, Phil. 445, Schol. erkl. περικαλύπτειν; vgl. noch Theocr. 15, 75. 17, 97.; und Her. ἓν πόλισμα ποιήσασϑαι καὶ τοῦτο περιστέλλοντας τῶν ἄλλων ἧσσον ἐπιμέλεσϑαι, 1, 98; bewahren, beschützen, νόμον 3, 31, τὰ σφέτερα νόμαια 4, 80, ἀλλήλους 9, 60; τὰ πάτρια, Dem. 24, 139; Pol. vrbdt περιστέλλειν τι τοῖς κόλποις, 22, 21, 10; verdecken, ἁμαρτήματα, 30, 4, 14.
См. также в других словарях:
περικαλύπτειν — περικαλύπτω cover all round pres inf act (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περικαλύπτω — ΝΜΑ επικαλύπτω, σκεπάζω ολόγυρα, περιβάλλω κάτι από όλα τα μέρη (α. «καὶ ἤρξαντό τινες... περικαλύπτειν τὸ πρόσωπον αὐτοῡ», ΚΔ. β. «πολέμοιο νέφος περὶ πάντα καλύπτει», Ομ. Ιλ.) αρχ. 1. μέσ. περικαλύπτομαι σκεπάζομαι ολόγυρα, από όλες τις μεριές… … Dictionary of Greek