Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

περιβλύζω

См. также в других словарях:

  • περιβλύζω — και περιβλύω Α 1. πηγάζω, αναβλύζω ολόγυρα («γῆ... νάμασι περιβλύζουσα» γη που πλημμυρίζει από νερά, Αριστοτ.) 2. συντελώ στο να αναβλύσει κάτι ολόγυρα. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + βλύζω / βλύω «κοχλάζω, πλημμυρίζω»] …   Dictionary of Greek

  • περιβλύσαι — περιβλύζω boil aor inf act περιβλύσαῑ , περιβλύζω boil aor opt act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιβλύζουσα — περιβλύζω boil pres part act fem nom/voc sg (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περίβλυσαν — περιβλύζω boil aor ind act 3rd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιβλύω — Α βλ. περιβλύζω …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»