Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

περιαμπέχω

См. также в других словарях:

  • περιαμπέχω — και περιαμπίσχω Α 1. βάζω κάτι ολόγυρα, περιβάλλω, περιτυλίγω 2. περικαλύπτω κάτι από όλα τα μέρη («τὰ δὲ νεῡρα... περιαμπέχοντα τὰ ὀστᾱ μετὰ τῶν σαρκῶν», Πλάτ.) 3. μέσ. περιαμπέχομαι επιθέτω κάτι γύρω από τον εαυτό μου. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * +… …   Dictionary of Greek

  • περιαμπεχούσας — περϊαμπεχούσᾱς , περιαμπέχω put round about pres part act fem acc pl (attic epic doric ionic) περϊαμπεχούσᾱς , περιαμπέχω put round about pres part act fem gen sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιαμπέχει — περϊαμπέχει , περιαμπέχω put round about pres ind mp 2nd sg περϊαμπέχει , περιαμπέχω put round about pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιαμπέχοντα — περϊαμπέχοντα , περιαμπέχω put round about pres part act neut nom/voc/acc pl περϊαμπέχοντα , περιαμπέχω put round about pres part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιαμπέχουσι — περϊαμπέχουσι , περιαμπέχω put round about pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) περϊαμπέχουσι , περιαμπέχω put round about pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιάμπεχε — περϊάμπεχε , περιαμπέχω put round about pres imperat act 2nd sg περϊάμπεχε , περιαμπέχω put round about imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • έχω — (I) (ΑΜ ἔχω) 1. κρατώ κάτι στα χέρια μου, είμαι ο κάτοχος (κύριος, ιδιοκτήτης) ενός πράγματος («έχει σπίτια και κτήματα») 2. (για προσωπική κράτηση) κρατώ, φυλάω («τόν έχουν μέσα» ή «τόν έχουν στη φυλακή») 3. (για δήλωση συγγενικού δεσμού ή άλλης …   Dictionary of Greek

  • περιαμπίσω — Α βλ. περιαμπέχω …   Dictionary of Greek

  • περιαμπεχόμενος — περϊαμπεχόμενος , περιαμπέχω put round about pres part mp masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιαμπέσχετο — περϊαμπέσχετο , περιαμπέχω put round about aor ind mid 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιαμπέχειν — περϊαμπέχειν , περιαμπέχω put round about pres inf act (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»