-
1 περιαθρήσης
-
2 περιαθρήσῃς
См. также в других словарях:
περιαθρήσῃς — περιαθρέω inspect all round aor subj act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 περιαθρήσης
2 περιαθρήσῃς
περιαθρήσῃς — περιαθρέω inspect all round aor subj act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)