-
1 патруль
-
2 дозор
дозорм ἡ περίπολος, ἡ περιπολία:ночной \дозор ἡ νυκτερινή περίπολος· обходить \дозором περιπολώ· в \дозоре σέ περιπολία. -
3 дозорный
дозор||ный1. прил τής περιπόλου, πε-ριπολικός:\дозорныйное судно τό περιπολικό σκάφος, ἡ περίπολος·2. м ὁ περίπολος. -
4 патруль
патрульм воен. ἡ περίπολος, ἡ περιπολία. -
5 разъезд
разъездм1. (отъезд) ἡ ἀναχώρηση[-ις]·2. чаще мн. (поездки) οἱ κοῦρ-σες, οἱ δρόμοι, τά τρεχάματα (по городу)/ τά ταξίδια (путешествия):он всегда в \разъездах λείπει συνεχώς σέ ταξίδια·3. воен. ἡ ἔφιππη περιπολία, ἡ περίπολος·4. ж.-д. ἡ γραμμή διασταύρωσης (путь)/ ὁ σταθμός διασταύρωσης (пункт). -
6 дозор
[νταζόρ] та. α. περίπολος -
7 дозор
[νταζόρ] та. α περίπολος -
8 забрать
забрать 1-беру, -берешь, παρλθ. χρ. забрал-ла, -ло, παθ. μτχ. παρλθ. χρ. забранный, βρ: -ран, -а, -оρ.σ.μ.1. παίρνω, πιάνω, λαβαίνω με τα χέρια. || παλ. παίρνω δανεικά, δανείζομαι (κυρίως για χρήματα).2. παίρνω•взять с собой παίρνω μαζί μου.
3. αφαιρώ, αρπάζω•за долг -ал его поле για το χρέος του πήρε το χωράφι-του.
|| συλλαμβάνω•его -ал патруль τονι πήρε (έπιασε) η περίπολος.
4. μτφ. κυριεύω, κατέχω, καταλαβαίνω•его -ла охота τον κυρίευσε η επιθυμία•
его -ал страх τον κυρίευσε ο φόβος•
ее -ла мысль την κυρίευσε η σκέψη.
5. (ραπτ.) μαζεύω, κοντεύω, παίρνω•забрать шов μαζεύω λίγο τη ραφή•
забрать рукар κοντεύω λίγο το μανίκι.
6. αποκλίνω, κόβω•-вправо κόβω δεξιά.
7. αγκιστρώνομαι, σκαλώνω•якорь -ал η άγκυρα έπιασε.
εκφρ.забрать силу – παίρνω (αντλώ) δύναμη• αποκτώ επίδραση• забрать(себе) в голову μου κολλά (τυπώνεται) στο μυαλό η ιδέα.забрать 2(γραμμ. στοιχ. βλ. забрать1) ρ.σ.μ. κλείνω, φράζω. -
9 обходный
κ. обходной επ.1. (στρατ.) της υπερφαλάγγισης•-ая колонна φάλαγγα υπερφαλάγγισης•
-бе движение κίνηση υπερφαλάγγισης•
обходный манвр ελιγμός υπερφαλάγγισης.
2. (κυρλξ. κ. μτφ.) παρακαμπτήριος, λοξός, πλάγιος, έμμεσος.εκφρ.- ая стража – περίπολος•обходный лист – αποδεικτικό μη οφειλής. -
10 объезд
-а α. (με μεταφ. μέσο).1. περιφορά, γύρος.2. παράκαμψη.3. περιοδεία επίσκεψη.4. ξεπέρασμα. || στροφή.5. παλ. έφιππη περίπολος. -
11 патруль
-я α.περίπολος. || μέλος περιπόλου. -
12 разъезд
-а α.1. (για πολλούς)• αναχώρηση (προς διάφορες κατευθύνσεις).2. περιοδεία• συχνή μετακίνηση. || πλθ. -ы ταξίδια, περιηγήσεις.3. (στρατ.) έφιππη περίπολος ή ανιχνευτικό τμήμα.4. σημείο διακλάδωσης σιδηροδρομικής γραμμής.
См. также в других словарях:
περίπολος — περίπολος, η και περίπολο, το 1. ολιγομελής ομάδα στρατιωτών που περιφέρεται για την τήρηση της τάξης ή για ανίχνευση σε καιρό πολέμου, φρουρά: Στην ησυχία της νύχτας ακούγεται μόνο το ρυθμικό βάδισμα της περιπόλου. 2. πολεμικό πλοίο που ελέγχει… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
περίπολος — going the rounds masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περίπολος — η, ο / περίπολος, ον ΝΑ [περιπέλομαι]·Α. αυτός που περιφέρεται και φρουρεί έναν τόπο 2. το αρσ. ως ουσ. ο περίπολος φρουρός με αποστολή την φρούρηση ή και την κατασκόπευση ενός τόπου («περιπόλους ἔταξε καὶ ἐπισκόπους τῶν ἀγρῶν», Πλούτ.) 3. το θηλ … Dictionary of Greek
περίπολον — περίπολος going the rounds masc/fem acc sg περίπολος going the rounds neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ПЕРЕПОЛ — • Περίπολος, см. Έφηβος, Эфеб, и Exercitus, Войско, 4 … Реальный словарь классических древностей
περιπόλοις — περίπολος going the rounds masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιπόλου — περίπολος going the rounds masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιπόλους — περίπολος going the rounds masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιπόλων — περίπολος going the rounds masc/fem/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περίπολε — περίπολος going the rounds masc/fem voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περίπολοι — περίπολος going the rounds masc/fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)