-
1 περίδῑνος
περί-δῑνος, ὁ, ἡ, Herumtreiber, Seeräuber -
2 περί-δεινος
περί-δεινος, f. L. statt περίδῑνος; so auch περιδεινέω u. ä.
См. также в других словарях:
περίδινος — ὁ, ἡ, Α 1. περιπλανώμενος 2. πειρατής («περίδ[ε]ινον πειρατήν», Ησύχ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + δινος (< δίνη), πρβλ. σκοτό δινος] … Dictionary of Greek
περιδίνων — περίδινος rover masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιδινοπλανήτης — ὁ, Α αυτός που περιστρέφεται γύρω από κάποιον ή από κάτι. [ΕΤΥΜΟΛ. < περίδινος+ πλανήτης] … Dictionary of Greek
ՓՈՐՁԻՉ — (ձչի.) NBH 2 0957 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 5c, 12c ա. գ. ՓՈՐՁԻՉ ՓՈՐՁՈՂ. πειραστής, πειράζων, πειρώμενος, δοκιμαστής tentator, tentans եւն. Այն՝ որ փորձէ որ է օրինակաւ. մանաւանդ սատանայ. *Փորձիչ ետու զքեզ ժողովրդոց:… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
ՓՈՐՁՈՂ — (ողի.) NBH 2 0957 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 5c, 12c ա. գ. ՓՈՐՁԻՉ ՓՈՐՁՈՂ. πειραστής, πειράζων, πειρώμενος, δοκιμαστής tentator, tentans եւն. Այն՝ որ փորձէ որ է օրինակաւ. մանաւանդ սատանայ. *Փորձիչ ետու զքեզ ժողովրդոց:… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)