-
1 πεντηκονταστάτηρον
A matter of fifty staters, Leg.Gort. 2.38.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πεντηκονταστάτηρον
См. также в других словарях:
ημιστάτηρον — ἡμιστάτηρον, τὸ (Α) μισός στατήρας, αρχαίο νόμισμα αξίας δέκα αργυρών δραχμών. [ΕΤΥΜΟΛ. < ημι * + στατηρον (< στατήρ), πρβλ. εκατον στάτηρον, πεντηκοντα στάτηρον] … Dictionary of Greek