-
1 πεντέδραχμος
πεντέ-δραχμος, ον,A at the price of five δραχμαί, μεδίμνους πυρῶν π. IG 22.360.9 ; σῖτος π. at the price of five δραχμαί per μέδιμνος, ib.30.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πεντέδραχμος
См. также в других словарях:
πεντάδραχμος — η, ο, ουδ. και πεντόδραμο / πεντάδραχμος και πεντέδραχμος, ον, Α 1. αυτός που έχει αξία πέντε δραχμών 2. το ουδ. ως ουσ. το πεντάδραχμο και πεντόδραχμο νόμισμα αξίας πέντε δραχμών αρχ. αυτός που έχει βάρος πέντε δραχμών. [ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα * /… … Dictionary of Greek