-
1 πεντά-κοινον
πεντά-κοινον, τό, ein Kraut, Diosc.
-
2 πεντάκοινον
πεντά-κοινον, τό,A = πεντέφυλλον, Ps.-Dsc.4.42, Gloss.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πεντάκοινον
-
3 πεντάκοινον
πεντά-κοινον, τό, ein Kraut
См. также в других словарях:
τετράπολις — Σύνδεσμος, στην αρχαιότητα, 4 πόλεων ή δήμων, πολιτικός ή θρησκευτικός. Οι σπουδαιότεροι ήταν: 1. Τ. η Αττική. Την Τ. αποτελούσαν οι δήμοι Μαραθώνα, Οινόης, Προβαλίνθου και Τρικορύθου. Τους ένωνε η κοινή λατρεία σε ναό του Ηρακλή. 2. Τ. η Δωρική … Dictionary of Greek