Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

πελεκητά

См. также в других словарях:

  • πελεκητά — πελεκητά̱ , πελεκητής hewer masc nom/voc/acc dual πελεκητής hewer masc voc sg πελεκητής hewer masc nom sg (epic) πελεκητός hewn neut nom/voc/acc pl πελεκητά̱ , πελεκητός hewn fem nom/voc/acc dual πελεκητά̱ , πελεκητός hewn fem nom/voc sg (doric… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σαντορίνη — Νησί των Κυκλάδων, το νοτιότερο, μαζί με την Ανάφη, του νησιωτικού συμπλέγματος. Λέγεται και θήρα. Έχει έκταση 76 τ. χλμ. και πληθυσμό 8771 κατ. θήρα είναι το αρχαίο όνομα του νησιού· το όνομα Σαντορίνη παρουσιάζεται το 14o αι. Συχνά με τον όρο… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»