Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

πελαργιδεύς

См. также в других словарях:

  • πελαργιδεύς — ο, ΝΑ ο νεοσσός τού πελαργού. [ΕΤΥΜΟΛ. < πελαργός + επίθημα ιδεύς (πρβλ. αετ ιδεύς, λυκ ιδεύς)] …   Dictionary of Greek

  • πελαργιδεῖς — πελαργιδεύς young stork masc acc pl πελαργιδεύς young stork masc nom/voc pl (parad form) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πελαργιδεῦσιν — πελαργιδεύς young stork masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πελαργιδέας — πελαργιδέᾱς , πελαργιδεύς young stork masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»