Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

πελάγιαι

См. также в других словарях:

  • πελαγίαι — πελαγίᾱͅ , πελάγιος of the sea fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πελάγιαι — πελάγιος of the sea fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • PELAGIAE Conchae — apud Plin. l. 9. c. 35. Miror ipso tantum gaudere eas caelô, sole rubescere, candoremque perdere, ut corpus humanum. Quare praecipuum custodiunt pelagiae altius mersae, quam ut penetrent radii: sunt αἱ ἐμβύθιοι, ut Isidorus vocat, quae in fundo… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • πελάγιος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Καταγόταν από την Ιστρία και πέθανε με μαρτυρικό θάνατο. Θεωρείται πολιούχος και προστάτης της Κωνστάντζας. Η μνήμη του τιμάται στις 28 Αυγούστου. 2. Πέθανε με μαρτυρικό θάνατο το 925. Η μνήμη του… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»