-
1 πεδι-οπλό-κτυπος
πεδι-οπλό-κτυπος βοή, Lärm der mit den Hufen die Erde schlagenden Rosse, Aesch. Spt. 83, l. d.
-
2 πεδιοπλόκτυπος
πεδι-οπλό-κτυπος βοή, Lärm der mit den Hufen die Erde schlagenden Rosse -
3 πεδιοπλοκτυπος
1 πεδι-οπλό-κτυπος
πεδι-οπλό-κτυπος βοή, Lärm der mit den Hufen die Erde schlagenden Rosse, Aesch. Spt. 83, l. d.
2 πεδιοπλόκτυπος
3 πεδιοπλοκτυπος