-
1 πατρ-ολέτωρ
πατρ-ολέτωρ, ορος, ὁ, Vatermörder; bei Antiphan. XI, 348 richtige Lesart, s. Jac. A. P. p. LXXX.
-
2 πατρολέτωρ
A parricide, AP11.348 (Antiphan.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πατρολέτωρ
-
3 πατρολέτωρ
πατρ-ολέτωρ, ορος, ὁ, Vatermörder -
4 πατρολετωρ
См. также в других словарях:
παιδολέτωρ — παιδολέτωρ, ορος, ὁ, ἡ (Α) ο φονιάς τών παιδιών του, παιδοκτόνος. [ΕΤΥΜΟΛ. < παῖς, παιδός + ολέτωρ (< ὄλλυμι «φονεύω»), πρβλ. πατρ ολέτωρ] … Dictionary of Greek